Το 1932 η Χαλκίδα βρισκόταν σε αναταραχή εξαιτίας των ονείρων του 17χρονου Δημήτρη Σούα τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα την ανεύρεση κατακομβών. Ο νεαρός ήταν το μεγαλύτερο από τα έξι παιδιά του Νικόλαου Σούα και το σπίτι τους βρισκόταν στη συνοικία Εβραϊκά όπου υπήρχαν παλίες εβραϊκές κατοικίες. Έμεναν εκεί 40 χρόνια και ουδέποτε είχαν ακούσει ότι υπήρχαν κατακόμβες. Τον Ιανουάριο του 1932 ο Δημήτρης Σούας είχε δει στο όνειρό του μια μαυροφορεμένη γυναίκα, υποτίθεται την αγία Πελαγία, η οποία του είχε υποδείξει ένα σημείο της αυλής και του είχε πει να σκάψουν εκεί. Ο πατέρας του δεν έδωσε σημασία. Ο Δημήτρης την ξαναείδε σε όνειρο έπειτα από μερικές μέρες. Ξανά ο πατέρας του δεν έδωσε σημασία και ο νεαρός αποκάλυψε τις πληροφορίες στους εργάτες του σιδηρουργείου όπου εργαζόταν. Έγιναν ανασκαφές και αποκαλύφθηκε ένας υπόγειος χώρος 3,50 Χ 3 και ύψος 3μ. που κατέληγε σε άλλο θολωτό κοίλωμα. Κατόπιν ο νεαρός ανακοίνωσε ότι οι ανασκαφές έπρεπε να σταματήσουν ώσπου να ερχόταν πρώτα ένας δεσπότης. Στις κατακόμβες βρέθηκαν πήλινα δοχεία, μια πλάκα με επιγραφή, μια μολύβδινη εικόνα της Ανάστασης και ένα φιαλίδιο με αγιασμό. Η εξέταση έδειξε πως το φιαλίδιο και η εικόνα δεν ήταν αρχαία ευρήματα και είχαν τοποθετηθεί εκεί σχετικά πρόσφατα. Ο καθηγητής της Βυζαντινολογίας Σωτηρίου που κατέφθασε από την Αθήνα αποφάνθηκε ότι επρόκειτο για υδραγωγείο η σιτοβολείο των ρωμαϊκών χρόνων και ότι οι εικόνες και ο αγιασμός ειχαν τοποθετηθεί εκεί επίτηδες από τους ανασκαφείς. Παράλληλα η θρησκευτική πτυχή της ιστορίας πήρε διαστάσεις, αφού την "Αγία Πελαγία", άρχισαν να τη βλέπουν πλέον διάφοροι σαν λευκή σκιά με μαύρο πέπλο (Εφημερίδα Ακρόπολη 18,19-5-1932).